Η νοσταλγία είναι ένα από εκείνα τα συναισθήματα που ωθούν πολλούς να γυρίσουν στα παλιά. Μπορεί να ξυπνήσει μνήμες και αναμνήσεις και να τις φέρει πάλι μπροστά στο προσκήνιο ή ανάλογα με την ευφυΐα του καθενός, να τις χρησιμοποιήσει για να εξελιχθεί μέσα από αυτές. Μαζί με την μουσική, έχει και συνεχίζει να προσφέρει από τότε που ο άνθρωπος έστησε τις πρώτες νότες του για να τραγουδήσει τους ήρωές του και να αναπολήσει τους άθλους τους. Ή όπως τώρα, που οι ήχοι ξεφυτρώνουν κι ανθούν όσο ποτέ άλλοτε, που ο ακροατής έχει επιλέξει τι θα κρατήσει για τον εαυτό του, νοσταλγώντας αυτά τα οποία τον συντρόφευαν πριν χρόνια.
Μια μεγάλη μερίδα φιλόμουσων, αποτελούν οι λάτρεις του progressive του ’70, οι οποίοι μπορεί να είναι ακόμη και οι πατεράδες μας, μέχρι τους νέους που δεν ήταν καν γεννημένοι εκείνη την χρυσή εποχή της rock, αλλά η αγάπη τους για το είδος και την συγκεκριμένη εποχή τόσο μεγάλη που όλοι τους εύχονται να την είχαν ζήσει. Μια δεκαετία που είχε πάρει φόρα από την προηγούμενη, των μεγάλων πολιτικών αλλαγών και της εδραίωσης μιας νέας μουσικής τάσης που θα γιγαντωνόταν. Το prog rock άρχισε να μεγαλώνει από τότε, τόσο που σήμερα μπορεί να υπάρχει και σαν ξεχωριστή κατηγορία στα δισκοπωλεία και ειδικά στα βινύλια, αφού προσθέτει μια ακόμη ρομαντική διάθεση σε αυτούς που απευθύνεται.
Οι Titan είναι μια περίπτωση μπάντας από το Brooklyn, της οποίας τα μέλη πρέπει να έχουν ακούσει πολύ και να είναι μεγάλοι οπαδοί αυτής της σκηνής. Δεν εξηγείται αλλιώς η ηθελημένα παλαιωμένη παραγωγή που ηχεί κλασικά, η επιλογή του organ και synthesizer, ή ακόμη και τα λίγα φωνητικά που παραπέμπουν σε αυτά του John Wetton των King Crimson, όπως τραγουδούσε το “One More Red Nightmare” του “Red”.
Το τρίτο τους άλμπουμ “Sweet Dreams” ξεκινάει πολύ δυνατά με το ομώνυμο κομμάτι και βάζει κάποιον στο νόημα μέχρι να περάσει το 1ο λεπτό. Από την αρχή έως το τέλος όλα μυρίζουν εκείνο το παλιό καλό χαρμάνι, με μια γερή δόση εξέλιξης. Κάνει τον ακροατή να νομίζει πως οι Deep Purple είχαν κάποτε στραφεί προς το progressive, ενώ οι Iron Maiden κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα για να μπουν κι αυτοί στο παιχνίδι. Η ένταση με την οποία αποδίδουν, λοξοκοιτά προς metal μεριά, χωρίς να γίνεται όμως το άκουσμα βαρύ. Η πολυπλοκότητα, που ήταν πάντα ένα σημαντικό στοιχείο, φροντίζουν να την διατηρούν και στα 38 λεπτά, θυμίζοντας αρκετά Rush ή τα πιο δύσκολα σημεία των King Crimson.
Όμως επειδή είμαστε στο 2010 είναι φυσικό πολλά πράγματα να έχουν διαφοροποιηθεί από τότε. Το πόσο βαρύ μπορεί να ακούγεται το prog rock έχει πλέον αναθεωρηθεί και οι Titan μπορεί να παίζουν πιο έντονα από όλα αυτά τα μεγάλα συγκροτήματα, όμως διατηρούν το ίδιο ηχόχρωμα. Χρησιμοποιούν μια βάση κλασική, που σαν αποτέλεσμα διαθέτει κάποια σύγχρονα στοιχεία, όπως στο “Highlands of Orick”, όπου σε όλη την διάρκειά του οι μελωδίες φέρνουν προς αυτές των Baroness του “Blue Record” σε πιο light έκδοση. Ή όπως στο “Maximum Soberdrive” το οποίο θα θυμίσει Rush στον παλιό και Dream Theater στον νεότερο.
Η ψυχεδέλεια είναι άλλο ένα σήμα κατατεθέν αυτής της σκηνής και τιμάται δεόντως στο “Sweet Dreams”. Ολόκληρο το “Synthasaurs” αποτελεί μια τέτοια σύνθεση παιγμένη από synthesizer και ελάχιστα ηλεκτρονικά drums που θυμίζει αρκετά τους ομόσταβλούς τους, Zombi (αν όχι Tangerine Dream), κάτι που δείχνει ακόμη περισσότερο το σημάδι της αμοιβαίας εξέλιξης πάνω στο είδος. Αρκετές space rock πινελιές συμπληρώνουν το 70’s αίσθημα, το οποίο ενισχύεται ακόμη κι από το εξώφυλλο και την δουλειά που έχει γίνει γενικά στο artwork. Θαμπά χρώματα και σχέδια μιας άλλης εποχής, σε ένα απλό αλλά περιεκτικό κι όμορφο layout.
Ελαφρώς έξω από τα νερά της πάντως βρίσκεται η δισκογραφική που τους φιλοξενεί (Relapse Records), η οποία ειδικεύεται σε ιδιαίτερα σκληρό metal. Αν κι έχει πλέον καταξιωθεί στο χώρο, φαίνεται να αστοχεί στην προώθηση του συγκροτήματος, κατατάσσοντάς το μεταξύ όλων των “κακών” παιδιών της. Φταίνε βέβαια και οι ίδιοι που δεν είναι και τόσο mainstream.
Ο “Τιτάνας” καταφέρνει με τον καινούριο του δίσκο να δώσει μία ώθηση στον παλιό ήχο που πολλοί έχουν νοσταλγήσει και ψάχνουν ακόμα για χαμένες μπάντες του. Τον συνδυάζει με μια πρόθεση για έντονες στιγμές και αποστομώνει όσους υποστηρίζουν πως πλέον δεν βγαίνουν σχήματα όπως παλιά.
Κείμενο : Βασίλης Μπακογιάννης