Τι είναι το rock ‘n’ roll; Για τους περισσότερους είναι μόνο μουσική, για ορισμένους ιδεολογία και για λίγους στάση ζωής. Τι χρειάζεται να έχει κάποιος για τα παραπάνω; Αγάπη για το πρώτο, επαναστατικό και αντιδραστικό πνεύμα για το δεύτερο και για το τρίτο να γράφει τα πάντα στα... παλιά του τα παπούτσια (τι νομίζατε ότι θα έλεγα;). Όπως φαίνεται, αυτοί οι Red Fang από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, αγαπούν πολύ το να ροκάρουν κι έχουν πολλά παλιά παπούτσια στα οποία δεν ξέρουν τι να πρωτογράψουν.
Στο “Murder the Mountains” φροντίζουν να δείξουν τι θεωρούν rock με... κότσια (τι σκεφτήκατε πάλι;). Δεύτερη δουλειά για τους Αμερικανούς και πρώτη στην Relapse στην οποία, τουλάχιστον για την ώρα, λαμβάνουν ιδιαίτερης μεταχείρισης και προσωπικά πιστεύω πως την αξίζουν.
Ο ήχος και πάνω απ’ όλα η νοοτροπία τους μπορεί να περιγραφεί από το video clip που έχουν κάνει για το δεύτερο κομμάτι του δίσκου, “Wires”. Οι τέσσερεις ρεμπεσκέδες του συγκροτήματος αράζουν σε ένα σπίτι – τρώγλη, όπου κοιτάζουν τους απλήρωτους λογαριασμούς τηλεφώνου, ρεύματος, νερού και ό,τι άλλο μπορεί κάποιος να χρωστάει. Ανάμεσα σε όλα αυτά ξεπροβάλλει μία επιταγή 5000 $ από την δισκογραφική εταιρία και τα βάσανα φαινομενικά τελειώνουν. Μάλλον όμως δεν υφίσταται κάτι τέτοιο γι’ αυτούς, γιατί ξοδεύουν σπάταλα και απερίσκεπτα, αγοράζοντας μια σακαράκα την οποία φορτώνουν με τα ψώνια τους. Ογδόντα γαλόνια γάλα, κούκλες, παλιές τηλεοράσεις, καρπούζια, τουρσιά, άπειρες γκαζόζες και ό,τι άλλη χαζομάρα τους έρχεται στο μυαλό, παράλληλα με τα απαραίτητα καύσιμα για τον εγκέφαλό τους (μπύρα). Κι αναρωτιέται κάποιος εκεί. Μα τι θα κάνουν με όλα αυτά; Θα τα πάρουν σπίτι; Όχι βέβαια! Θα πάρουν φόρα με το αυτοκίνητο και θα τα σπάσουν! Και το διασκεδάζουν τόσο πολύ που φαίνεται να μην νοιάζονται για τα προβλήματά τους. Ώσπου στο τέλος μένουν με 4 $ και χωρίς να ξέρουν τι να κάνουν με τα ελάχιστα αυτά χρήματα, αγοράζουν λίγη βενζίνη και βάζουν φωτιά στο αμάξι, για μια τελευταία διασκέδαση! Θα μου πείτε είναι απλώς ένα video clip στο οποίο ο καθένας μπορεί να δείξει ό,τι θέλει. Μα αυτό ακριβώς που θέλουν να δείξουν είναι ο χαρακτηριστικός... σταπαλιαπαπουτσισμός (δεν θα με λογοκρίνει εμένα η διεύθυνση – θα το κάνω μόνος μου).
Σε ένα σοβαρότερο ύφος τώρα, η μουσική των Red Fang είναι ένα heavy rock, αποτέλεσμα μελέτης πολλών άλμπουμ των Queens of the Stone Age, Melvins, Foo Fighters και Mastodon, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι. Η αλήθεια δεν απέχει ιδιαίτερα από τα παραπάνω, με τον βρώμικο ήχο να κυριαρχεί και να ακροβατεί μεταξύ ήπιων Mastodon, άγριων Foo Fighters και τους QOTSA να υπερισχύουν σαν επιρροή. Groovy αίσθηση από την αρχή μέχρι το τέλος και πολλά riff που κολυμπούν μέσα στη μπύρα. Έως και πιο βαριά εκδοχή των Motorhead μου θύμισαν με το “Dirt Wizard”, ενώ τα σόλο μυρίζουν από χιλιόμετρα μακριά αμετανόητους ροκάδες που μόνο το αλκοόλ και το γούστο τους μετράει. Όλοι τους στέκονται άξια και τα τυπικά θέματα στην κιθάρα διαδέχονται από γεμίσματα τύπου Mastodon (“Number Thirteen”) που κρατούν το ηθικό ψηλά, ενώ σε πολλά σημεία αυτό επιτυγχάνεται απλά και μόνο από στρωτά riff, όπως στο “Hank is Dead” ή από αντίστοιχα αιχμηρά και πιο metal, όπως στο “Painted Parade”. Το ρυθμικό μέρος δεν αποτελεί απλά ένα υπόβαθρο για να πατήσουν οι επιμέρους μελωδίες, αλλά συμμετέχουν ενεργά, με τον drummer να μην παίζει μεν με δυναμικές και λοιπά ποιοτικά στοιχεία αλλά να δίνει τα απαραίτητα decibel και ανά σημεία να παρουσιάζει ενδιαφέρουσες αλλαγές και ρυθμούς. Το μπάσο δίνει ένα διαφορετικό χρώμα σε ορισμένα κομμάτια, ενώ μπορεί να παίζει και πρωταρχικό ρόλο, με χροιά που θυμίζει λιγάκι από παλιές εποχές.
Το “Murder the Mountains” δίνει την εντύπωση πως έχει φτιαχτεί για το κέφι των δημιουργών του. Μπορεί να μην είναι κάτι το πρωτότυπο, όμως δεν φαίνεται να είναι αυτή η πρόθεσή τους. Είναι ένας δίσκος που έχει μέσα του εκείνη την παλιά γοητεία των ροκάδων που αγνοούσαν τα τυπικά, καθημερινά προβλήματα μιας τυπικής, καθημερινής ζωής. Αυτό είναι το rock ‘n’ roll. Και μην ξεχνάτε πως στις 4 Ιουνίου θα εμφανιστούν μαζί με The Ocean και Intronaut στο An Club. Τρεις καταπληκτικές μπάντες μαζί. Πάλι θα κουφαθώ...*
* 5 Ιουνίου, ραντεβού με ωτορινολαρυγγολόγο
Κείμενο: Βασίλης Μπακογιάννης