Συνήθως όταν υπάρχει η λέξη “metal” στον τίτλο ενός δίσκου πολλοί υποψιάζονται “προβοκατόρικη'', ή απλά αποπροσανατολιστική, κίνηση του group για να τραβήξουν την προσοχή του κοινού. Κάτι τέτοιο ευτυχώς δεν ισχύει στην περίπτωση των Ελλήνων heavy/power metallers Crimson Fire.
Όντας καιρό στο σανίδι κατάφεραν να φτιάξουν ένα αξιοσέβαστο όνομα στους metal κύκλους, παίζοντας δίπλα σε εγχώριες (βλ. Strikelight, Ragenheart) αλλά και ξένες μπάντες (Demon, Heir Apparent) με μεγάλη επιτυχία.
Οι βάσεις μπήκαν, το έδαφος προετοιμάστηκε και οι Crimson Fire μας παρουσίασαν το πρώτο δισκογραφικό πόνημα τους Metal Is Back. Και ο τίτλος πραγματικά τα λέει όλα! Πομπώδης, επική θα έλεγα, εισαγωγή και το Burn The Ground ξεχειλίζει από τα ηχεία. Γρήγορο και ουσιώδες metal μας ανοίγει την όρεξη για αυτά που ακολουθούν. Έξοχος συνδιασμός μελωδίας και ταχύτητας στο νοσταλγικό Violent Game, το οποίο κατ’εμέ αποτελεί μία απ΄τις κορυφαίες στιγμές του δίσκου. Ακολουθούν, το επικό Prophet’s Gaze και ο απαραίτητος φόρος τιμής στην αγαπημένη μας μουσική Born 4 metal. Η μπάντα είναι απόλυτα δεμένη. Με κιθαριστικό δίδυμο φωτιά, σταθερά αλλά και σαρωτικά πολλές φορές drums, δυνατές και καλοπαιγμένες μπασογραμμές (να σημειωθεί πως η μπασίστρια είναι επίσης μέλος του ανερχόμενου-και αμιγώς γυναικείου-hard n’ heavy συγκροτήματος των Chatterbox).
Όσο για τα φωνητικά (που συνήθως αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εγχώρια σκηνή) είναι εξαιρετικά. Άμεσα, δυνατά, μελωδικά. Ο τραγουδιστής έχει εύρος στη φωνή του και μπορεί να χτυπήσει ψηλές νότες, σε κατάλληλη πάντα ένταση και ποσότητα. Κακά τα ψέματα, η φωνή παίζει τεράστιο ρόλο. Πρέπει να σε κάνει να νιώθεις πραγματικά αυτό που ακούς και να γίνεσαι ένα με τη μουσική. Σε αυτή την περίπτωση αυτό επιτυγχάνεται με τον καλύτερο τρόπο.
Συνέχεια στο δίσκο με απογειωτικές συνθέσεις παρουσία συναυλιακών ρεφρέν (We Go, Crimson Fire, Metal Is Back [παρατηρήστε πριν το σόλο ένα πανέμορφο Maiden-ικό πέρασμα], Midnight Strike). Riffs που θα μείνουν κλασσικά, εξυψωτικά φωνητικά και βροντερή δήλωση της μπάντας ότι είναι εδώ και έχει όρεξη να προσφέρει.
Επίλογος-“καλύτερα δε γίνεται”-με τον Crimson Glory-κό δυναμίτη Let There Be War.Ταχύτητα, δύναμη και διάσπαρτα prog/epic στοιχεία με τα φωνητικά να εναλλάσσονται. Θυμίζει τεχνοτροπία Μidnight (βλ. Crimson Glory). Κάπου εκεί όμως καραδοκεί ένα λυσσασμένο κιθαριστικό όργιο που παίρνει κεφάλια.Προσοχή….
Χωρίς να θέλω να πω μεγάλα λόγια κ μιλώντας όσο πιο αντικειμενικά μπορώ, έχω να πω ότι αν ο συγκεκριμένος δίσκος έβγαινε πριν 20-30 χρόνια σήμερα θα ήταν ήδη κλασσικός. Περιμένω να έρθει η στιγμή, περνώντας και τα χρόνια που θα κατατάξουμε τους Crimson Fire δίπλα σε μεγάλα ονόματα της Ελληνικής σκηνής. Μέχρι τότε το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να στηρίζουμε έμπρακτα τέτοιες δουλειές γιατί πραγματικά το αξίζουν.
Κείμενο : Αντώνης Κοντογιάννης